21.2.12

Φοβού τους προδομένους

Για σένα τράβαγα πιστόλι κι από φόβο μ' είχαν όλοι και δεν άντεχε στο πλάι μου ψυχή
φανταζόμουνα εσένα σε νοήματα κρυμμένα και ήταν όλα μια καινούρια σου εκδοχή




Δε θέλω.

Αδιαφορώ.
Παρατηρώ.
Συζητώ.
Αγνοώ εν γνώση πλήρη.
Δεν αιωροούμαι.
Επίσκεψη στης γης τον καθρέπτη.

Καταδίκης ένωση.



Καμία κανούρια εκδοχή
Καμία σκιά χρόνου χρόνια τώρα παρελθοντικού
Μα η ίδια απαράλλαχτη μορφή




Για σένα κρατάω πιστόλι & απο φόβο να με έχεις γιατί δεν αντέχει στο πλάι σου η ψυχή
Για κάτι σκοτωμένα σ'αγαπώ θα σε εκδικηθώ να το θυμάσαι  -  να με θυμάσαι






9.2.12

09.02.12

Πως να το πω αυτό τώρα; Δεν έχει αρχή, μέση ούτε & τέλος. Συζητώντας σε ένα σίγουρα όχι κατάλληλο πεδίο με φίλο καρδιακό για έρωτα καρμικό. Μια γουλιά καφές, δυο βαρύς καπνός και μια κουβέντα που τόσο θες να'ναι αλήθεια. Κάτι απο παλιό καλό κινηματογράφο της δεκαετίας του 50 με εκείνες τις γυναίκες τις τόσο ρετρό, σαν με 190 χιλιόμετρα στην Αττική οδό, σαν μυρωδιά γνώριμη, ποθητή.

Κάπου εκεί λοιπόν που με το πασίγνωστο της πάθος αναλύει εις βάθος κλασικές συζητήσεις έτσι δικές μας, παλεύωντας να μεταδώσει αυτή την ακατανόητη πίστη και θετικότητα που τη διακρίνει - για ό,τι αξίζει και δεν περιορίζει, είπε μια απο τις πιο μεγάλες, πονεμένες, δικές μου πολύ εσωτερικές αλήθειες που ποτέ μα ποτέ δεν εξέφρασα γιατί....δε ξέρω γιατί.

Αν είχε πέτσα η ψυχή του καθένα θα τη γάμαγες.

Ωμή ε; μπα.

Σφηνώθηκε λοιπόν η σκέψη αυτή. Και 4 ώρες μετά θυμήθηκα πως η νεράιδα Τσανακλίδου φώναξε δυνατά

"χειρότερα κι από αγρίμια μπλεχτήκαμε σε πάλη ως εσχάτων ξεσκίσαμε την ψυχή μας, πασαλειφτήκαμε αίμα με έμαθες να ζητάω, για να σε δω να δίνεις όχι σε μένα, αλλού"

Γιατί όπως είπε και μια ψυχή είναι καρμικό φίλε εγώ το πιστεύω,οι ενέργειες, επιτίθονται η μια στην άλλη μακριά μα τόσο κοντά ίσως σε κάποια Ιερά Μονή....


Και σε δεσμεύω τώρα ε,θα περάσουν χρόνια και στα 24 όταν θα σβήνω τα κεράκια θα στο διαβάσω δυνατά!
Εκτός αν έχεις φύγει για ταξίδι.





4.

1.2.12

-

Ανάγκη έκφρασης ενός χειμαρώδους, ακατάστατου αισθήματος που αγγίζει τα όρια της μετριότητος. Απομακρυσμένο απο τα πολυπόθητα άκρα, που επιζητώ στο έπακρο καιρό τώρα τριγυρνάει νυχθημερών τη δράση μου και τη μετατρέπει σε απάθεια, γκρίζα μουντή σαν φθινοπωρινή ματιά καταθλιπτική αδράνεια. Αμφιβάλλω αν υφίσταται τέτοια έκφραση-εγώ τη λάτρεψα πάντως.

Φιλίες που ξέμειναν στη χειραψία. Που τις είδες με μάτια να λίγο πιο μελαγχολικά πιο υγρά, νωτισμένα απο πάθος για αλήθεια και ζήλο για το καλύτερο. Για την αποφυγή της μετριότητας, της μάζας που ομογενοποιεί αισθήσεις,  όνειρα, παραισθήσεις,εφιάλτες.
Φιλίες που έστηνες με κόπο και αποδείχτηκαν ανίσχυρες στην βουβή, ανώφελη πραγματικότητα. Γίναν και αυτές ένα. Έτσι για να μην διαφέρουν. Και έντεχνα τολμώ να πώ το πέτυχαν
Φιλίες που πίστεψες. Που ήθελες να πιστέψεις για να φτιάξεις και εσύ έναν κόσμο αλλιώτικο απο αυτόν που αφόρισες χρόνια τώρα.
Και δεν πέτυχε. Και εσύ απορείς που μπορεί να χάθηκε τόση πίστη. Χωρίς απάντηση γιατί.


Έρωτας χωρίς επιστροφή. Μοιραίος σαν να χαράχθηκε στο πρώτο σου δάκρυ. Κατάρα. Κυνήγι του απόλυτου για να το σπάσεις και αυτό. Χωρίς όρια. Η έννοια του απόλυτου έχει και αυτό μέσα. Και είναι πράγματι κρίμα. Ποτέ λοιπόν ξανά απόλυτου.
Έρωτας με ούτε υπαινιγμό ανταπόδωσης. Που ξεπηδάει απο κάθε χαραμάδα του κορμιού, να σαν λαμπιόνια σε μεσοαστικό ευτυχές σπίτι, σαν γέλιο παιδικό, σαν άρωμα βανίλια, σαν ένα πιάτο φαί σε εκείνον που δε μπόρεσε. Η ευτυχία είναι αυτή. Εκείνη η δική μου η πολύ προσωπική, εκείνη η παλιακή- που δε μου δώθηκε.
Αλλιώς τον είχες φανταστεί συ. Φανταστεί. Γιατί μ'ακούς, φανταστεί. Ζήσει όχι. Άλλο έδωσες, όχι αυτό που πήρες.



Φιλίες που έχουν αξία. Που δεν σέρβιραν ποτέ απο τα έτοιμα. Που κέρδισαν ες αεί.
Έρωτας προ των πυλών που σβήνει χνάρια και φτιάχνει άλλα.







Με τσιγάρα βαριά μια βουτιά στα βαθειά και επιπλέω
Και ας μην είναι σωστό πάντα ο,τι σκεφτώ θα το λέω
Και τραβώ τον καπνό με μια δόση θυμό που ποτέ δε μπορώ
όσα θέλω να..αφήσω


4.