28.11.11

Για σένα


Ψάχνεις να βρείς και εσύ έναν έστω τρόπο να φύγεις μακριά. Απο εκείνο που ονειρευόσουν. Γιατί ήταν το όνειρό σου. Και ίσως έτσι έπρεπε να μείνει. Εντοιχισμένο με μια μυθοποίηση απο τις λίγες. Έτσι το κρατούσες μέσα σου κλειδωμένο, τόσο αγνό, όμορφο, αμόλυντο, τόσο δικό σου. Ένας μικρός Θεός για σένα που ξέρεις πως μόνη σου έρχεσαι και μια βραδιά σαν όλες τις βραδιές θα χαθείς και ο κόσμος θα συνεχίσει κανονικά τη πορεία του. Και έτσι έχεις και εσύ ένα Θεό. Πολύ εσωτερικό, αόρατο, μη πιστευτό για όλους τους πιστούς που δε μάθανε δώσιμο τι θα πει. Ναι για όλους αυτούς τους πολλούς, που κάνεις παρέα, που βλέπεις στο δρόμο, που λές καλημέρα, που μισείς, που αγαπάς και που κοιμάσαι μαζί τους. Ναι..... κοιμάσαι.


Και θέλεις να φύγεις
Και θέλεις να μείνεις
Και πονάς εσύ
Και πονάς εκείνον
Και πρέπει να φύγεις
Και εσύ εκεί
Μα γιατί;


Τι σε διώχνει απο ο,τι με κόπο κατέκτησες; Τι σε πληγώνει; Τι σε σπρώχνει σε μια επιλογή που ποιανού επιλογή είναι αγνοείς;

Κάτι λείπει. Κάτι σου λείπει. Μα κάτι του λείπει. Λείπει. Αυτό που ονειρεύτηκες χάθηκε. Όχι όχι δε χάθηκε. Δεν υπήρξε ποτέ. Ό,τι δεν υπήρξε ποτέ δε θα χαθεί. Μα μήπως αυτή είναι η αιτία όλων; Δε θες να υπάρξει ο,τι ονειρευόσουν όλα εκείνα τα σκοτεινά πρωινά που το χαμόγελο είχε και αυτό χαθεί για να μην έρθει η μέρα που θα φτάσει στο τέλος του. Να μην έρθει η ώρα εκείνη που μόνη πια πάλι απο την αρχή θα μπείς ξανά στο παιχνίδι του έρωτα εκείνου του όπως τώρα ισοπεδωτικού έρωτα. Φόβος; Ναι φόβος γιατί φτάνει πια ο πόνος.

Φτάνει πια ο πόνος;
Ποτέ δε θα φτάσει τούτος ο πόνος.


Μα μύρισε & εσύ τη τόση μου αντίφαση. Τη τόση του αντίφαση. Ο φόβος του τέλους μπορεί και να' ναι. Ίσως ο φόβος του μαζί.

Ποιό μαζί εν τέλει; Το δικό σας; 'Οχι ετούτο δε το θέλω. Εσύ και εσύ και οι περισσότεροι, αποσβολωμένοι απο τα σκουπίδια μιας σύγχρονης και καλά προοδευτικά εξελισόμενης κοινωνίας όπου η εικόνα του μαζί αποτυπώνεται σε σάπιες σχέσεις του δεκαπενθήμερου μου μιλάτε για την ένταση του έρωτα τη βία του. Μα εδώ μιλάμε για βιασμό. Φόβος λοιπόν για το μαζί το δικό σου. Που στο διάολο να το στείλω θέλω μα πίστεψε με εδώ το πολυαγαπημένο μου " δεν υπάρχει δε μπορώ υπάρχει δε θέλω"  έχει εξοριστεί απο τη δύναμικη του ειλικρινούς "δεν μπορώ"





Ό,τι αγαπάω είναι εδώ
Είσαι εδώ
Περπατάω στα σύννεφα
Ονειρεύομαι
Και αφήνω το έδαφος που με κράταγε
Άδικα






Α.

24.11.11

Εσύ και το είδωλό σου

Ένα δωμάτιο άδειο
Μια ψυχή γεμάτη σε ένα σώμα ξένο
Μια σύγκρουση ανελέητη

Ένας καθρέφτης αφορμή πολέμου. Η μορφή αιτία. Η απουσία της. Δάκρυ η αντίδραση. Σιωπηρό μα και  βίαιο χωρίς έστω μια νύξη σπαραγμού. Χωρίς αιτία για σένα. Φυσική σου εξέλιξη.

Φυγή η λύση. Στην αρχή έτσι, ίσα ίσα για να διώξεις λίγη απο τούτη τη σκοτεινή (όμορφη;) μελαγχολία.

Φυγή η λύση; Όχι φυγή. Όχι πια φυγή. Όχι πια φυλακή στην ίδια βουβή επανάληψη. Που λέω πως τη διώχνω μα είναι εκεί. Πάντα εκεί σαν ατσάλινη, άτρωτη φιλία.

Και μένεις εκεί να απολάυσεις την όποια ύπαρξή σου. Αυτήν που άφησες (άφησες; ) να κυλήσει στο δρόμο του τίποτα.

Και ζηλεύεις για μια στιγμή, για όσο δεν κράτησε ένα βλέμμα, όλους εκείνους τους πολλούς που δεν  έμαθαν ποτέ το λάθος που εσύ βλέπεις νύχτα- μέρα εφιάλτη στο όποιο όνειρό σου.

Μα εσύ εκεί. Σε αυτόν τον τόσο ειλικρινή καθρέπτη. Εσύ είσαι εκεί. Τα δάκρυα σου εκεί. Οι αναμνήσεις εκεί. Τα όνειρα. Όσα έκανες και αυτά που δε τόλμησες. Αυτά που δημιούργησες & αυτά που δεν πρόλαβες.  Αυτά που μια νυχτιά ζωγράφισες στο αγνό τότε μυαλουδάκι σου- μα ποτέ δεν έφερες στη ζωή.

Και εσύ εκεί. Μέσα στη γύμνια σου. Που τόσο σε πονά. Υποφέρεις απο την ανελέτη αλήθεια που  απέφευγες.. και όλα αυτά  για να ζήσεις.

Μα δεν έζησες.
Θέλεις να φύγεις απο αυτή την παράσταση. Μα το ξέρεις δε μπορείς. Εσύ την έστησες με τα ναι σου και τα όχι σου. Μέ όσα τόλμησες, μα κυριώς με αυτά που δεν τόλμησες, που δε μπόρεσες, που δε θέλησες.

Θυμός. Μίσος για το είδωλο σου. Για σένα. Εσύ είσαι, το ξέρεις πια. Να τον σπάσεις θέλεις τούτο τον καθρέπτη. Να γίνει θρύψαλα και αυτός.Να χαθείς μέσα του. Να σε βρεί το ξημέρωμα. Να μη θυμάσαι πια. Να μην τον δεις ποτέ....Ναι.. τον εαυτό σου. Να μείνει η πίκρα αυτή που τώρα κατακλύει κάθε σπίθα του κορμιού σου σφινωμένη στη θύμησή σου σαν ένας εφιάλτης, σαν ένα μικρό παιδικό αστείο.

Στέκεσαι εκεί. Οι μέρες περνούν. Οι μέρες πέρασαν. Εσύ εκεί. Η ίδια απαράλλαχτη αλήθεια. Και εσύ εκεί.
















Τι και αν τον έκανες θρύψαλα και αυτόν. Τα μάτια σου κράτα ανοιχτά. Υπάρχουν ακόμη πολλοί καθρέπτες. Θα υπάρξουν και άλλοι όσο και αν ο βυθός σε παρασέρνει.










Α.


19.11.11

Για εσένα λύκε έρωτα

Είναι η διπλή όψη σε κάθετι που κάνει τα πράγματα θελκτικά, πονεμένα, ερωτεύσιμα με τρόπο βασανιστικά αναγκαίο. Δίνει χρώμα στο συναίσθημα & μια χροιά ασυνήθιστη απο αυτή που έμαθες να συνυπάρχεις. Είναι οι άπειρες πτυχές που διαθέτει, οι απο αλλού φερμένες μυρωδιές. Η μια αλλιώτικη απο την άλλη.


Σε εισάγει σε ένα παιχνίδι καταστροφής, αυτοκαταστροφής με γεύση ολοκλήρωσης .. Είναι ο έρωτας σαν αυτόν που η Τσανακλίδου με τόσο θεατρικό-τόσο αληθινά εξομολογητικό τόνο σκιαγραφεί. Σου σπαράζει τα σωθικά, σε τελειώνει για να αναστηθείς μέσα απο τη δύναμή του. Σε εξαντλεί και σε έχει δικό του και με ενέσεις ισοπεδωτικής ερωτικής έκστασης σε επαναφέρει σε αυτό το ανελέητο παιχνίδι του. Που δε θέλεις να συμμετέχεις. Θέλεις..και γω. Γιατί ζείς απο αυτό, μέσα απο αυτό για αυτό. Και η ζωή σου κάνει κύκλο γύρω του. Σε ζαλίζει, μεθάς μα δε σταματάς. Η βρώμικη -άν μπορεί να λεχθεί έτσι- σκιά του έρωτα σε γοητεύει αδιαφορώντας για τη κατάληξη. Για τα σημάδια της απώλειας, για την πληγή του ίδιου του έρωτα. Για τη βίαιη μεταχείρισή του πάνω σου. Για τη μορφή που δανείζεσαι τη νύχτα, όταν το φώς λιγοστεύει δίνωντας σου μια μαγεία σκοτεινή, έντονα συγκινησιακή, υποβλητική, καταλυτική για την απο δω και στο εξής ζωή σου. Αυτός ο έρωτας έχει μαύρο χρώμα, καπνού μυρωδιά, λύκου εικόνα. Χρόνου απροσδιόριστου. Γεύση παλιού γλυκού κρασιού, μεθυστικού, θηλυκά ερωτικού.

Ένας ακραίος έρωτας, μυστηριακός, βαθύς & δύσκολα προσβάσιμος. Απο τους λίγους. Έρωτας που δυο έτοιμοι για τον πόνο θαρραλέοι συνάντησαν. Είναι έτοιμοι για το όνειρο αυτοί. Ετοιμοι να συρθούν σε ένα παιχνίδι μέχρι το τέλος. Όποιο κι αν είναι αυτό. Αδιαφορούν. Αγαπούν και αδιαφορούν. Αποφάσισαν να ζήσουν τον ανελέητο, εγωιστή έρωτα, να ακουμπήσουν πινελιές στον καμβά του αγαπημένου τους ακόμη και αν φτιάξουν ένα έργο, μια ζωγραφιά που κάποιος θα κοσμήσει για βιτρίνα στο γκρίζο άδειο σαλονάκι του.





Κάποιες φορές, πλημμύριζε ο ουρανός όλο άστρα
για λίγο, για όσο κρατάει ένα βλέμμα, και έπειτα κάθαρμα
με έσερνες πιο βαθιά στο σκοτεινό σου δάσος
Σ' ένα κυνήγι, ανελέητο
Χειρότερα κι από αγρίμια μπλεχτήκαμε σε πάλη ως εσχάτων
ξεσκίσαμε την ψυχή μας, πασαλειφτήκαμε αίμα
με έμαθες να ζητάω για να σε δω να δίνεις όχι σε μένα
αλλού, ώσπου γέρασα μαλάκα
και τώρα έτσι κι αλλιώς, δεν είμαι πια για σένα
και συ, που όλα όσα θέλεις μα δεν μπόρεσες, δεν είσαι πια για μένα

Λύκε μου, πήγαινε με πίσω, να πάρουμε το παραμύθι από την αρχή
βάλε μου δράκους, βάλε μου μάγισσες, δε θα κωλώσω
μονάχα εκεί, στην άκρη-άκρη, βάλε ένα σπίτι με ένα φωτάκι τόσο δα να
ένα τόσο δα μικρό φωτάκι, για να 'χω την ψευδαίσθηση
πως ίσως κάποιος εκεί, κρατάει αναμμένη μια φωτιά, κι ότι με περιμένει




Α.






14.11.11

Προς αποφυγή παρεξηγήσεων!

Την καλημέρα μου στο όνειρο, εκείνο το δικό μου το πολύ προσωπικό εκείνο που μετά απο ένα ατέρμονο-για τα δικά μου μάτια- ταξίδι αντίκρυσε το φώς της νύχτας. Εισέβαλλε για πρώτη φορά στην πραγματική ζωή, άφησε τα άδυτα της φαντασίας και του νού φόρεσε το μανδύα της ευτυχίας και με χαιρέτησε. Γεία σου λοιπόν και σένα, σε περίμενα


Αντικρύζεις λοιπόν μια μέρα το όνειρο σου. Και η ζωή σου περπατά στο δρόμο της μαγείας. Μα ελλοχεύει φίλε μου καλέ ένας τρομερός εχθρός. Της ανασφάλειας και του φόβου ο εχθρός. Σε τρώει, σε κατατρώει. Πόσο εύκολα εν τέλει μπορείς να δεχθείς, να πειστείς εσύ η απο χρόνια άπιστη στην πραγματοποίηση ενός ονείρου που άλλη λέξη απο το θαύμα δεν έχεις στο λεξιλόγιο σου για να την  εκφράσεις ; Θα σου απαντήσω εγώ. Πολύ μα πάρα πολύ δύσκολα. Γιατί είναι απλό. Όταν προσμένεις καιρό κάτι και δεν έρχεται παίρνει τη μορφή που έχει ο,τι αγαπάς μα δε θα χεις ποτέ στο πλάι σου, μένει ως μια γλυκιά ιστορία που δεν άγγιξες ποτέ μα την αγαπάς γιατί είναι δικιά σου, εσύ την έφτιαξες άλλωστε. Μα μια μέρα σε χαιρετάει, πέτυχες ο,τι με δάκρυα πολλά αναζητούσες. Και εκεί που ο κόσμος όλος περιμένει να πετάς στα ουράνια εσύ που πρώτη απο όλους το περίμενες παγώνεις, κλειδώνεσαι, τρέμεις και φοβάσαι. Φοβάσαι για το αύριο. Δε ξέρεις αν το ζείς ή αν κάποιος σου κάνει πλάκα. Ελπίζεις μα δε δίνεσαι.ΟΧΙ γιατί δε θέλεις μα γιατί δεν έχεις δύναμη. Έχεις εξαντληθεί. Από την προσμονή.


Εσύ είσαι ο μόνος που μπορείς το φόβο της απώλειάς σου να εξοντώσεις. Κάνε κάτι λοιπόν, γιατί αυτός που σε ονειρεύτηκε εξαντλήθηκε απο τη τόση σου την απουσία.


Α.



όχι πως έχω το κλειδί του παραδείσου
μα σ' αγαπώ κι αυτό νομίζω
είναι κάτι

9.11.11

Μπέρδεψες την βούρτσα με την *ούτσα; Πάλι;

Κτητικότητα. Ο έρωτας απο πάντα είχε το στοιχείο αυτό μέσα του. Γιατί τον έρωτά σου τον θές δικό σου, όλο απο την αρχή μέχρι το τέλος, αν έχει τέλος... Και είναι γοητεία αυτή η τάση για κτητικότητα, ένδειξη συναισθήματος ζωντανού, ζωηρού. Τι γίνεται όταν όμως κάποιος μπερδέψει συνειδητά και μη (γιατί είναι και φορές που το ξέρεις φίλε μου) το συναίσθημα του " τον θέλω δικό μου" με τον έρωτα;  Το πλασάρεις ως αγνό, βαθύ συναίσθημα. Και εκεί εγώ και το κάθε εγώ που ξέρει ο έρωτας τι είναι αρχίζει να γελά. Να γελά;;;


Δε θα σε κατηγορίσω, όχι. Οι άνθρωποι αυτοί που συμπεριφέρονται έτσι έχουν τόσες ανασφάλειες. Αυτό σε οδήγεί εκεί, εσένα και πολύ με στεναχωρεί αυτή σου η κατάληξη. Ετούτη η συμπεριφορά εκδηλώνεται παντού. Στους φίλους σου που θέλεις να είναι δικοί σου, στη μαμά σου που θές πάντα να κοιτά εσένα και κανέναν άλλο, στον αγαπημένο σου που θέλεις να είναι δικό σου. Και όλα αυτά είναι δικά σου θα σκέφτεσαι. Δεν είναι έτσι φίλε μου καλέ, δεν είναι έπαθλα οι άνθρωποι, τρόπαια για να τα βάλεις στη βιτρίνα να τα δείχνεις. Οι σχέσεις εκείνες οι αληθινές, για να γίνουν πραγματικότητα θέλουν κόπο πολύ, δάκρυ δικό σου. Γιατί τίποτα δε κατακτιέται έτσι απλά, με ένα ψέμα ή με την απαίτηση να γίνει κάποιος δικός σου. Εκείνος που αγαπά κάποιον στην ολότητά του αυτό που προσδοκεί δεν είναι η δική του προσωπική ευτυχία αλλά του προσώπου που ποθεί. Η πλήρης ευτυχία είναι πράγματι η αμφίδρομη ύπαρξη των συναισθημάτων. Μα είναι λίγες εκείνες οι φορές. Τη μέρα που θα σπρώξεις αυτόν που αγαπάς με δάκρυα στη ψυχή σε κάποιον άλλο για να βρει αυτό που βρήκες και εσύ τότε θα ξέρεις μέσα σου οτι αγαπάς.



Είναι τόσοι πολλοί οι άνθρωποι που θα σε θέλουν δικό τους για να γεμίσουν τα μικρά εγώ τους... Ίσως γιατί είμαστε τόσοι λίγοι εμείς που μάθαμε να αγαπάμε για να γεμίσουμε εσένα με το μεγάλο μας πια εγώ.

See you :*

4.11.11

Τα δάκρυα του ουρανού μου

άρχισε κι η βροχή να λιώνει τα μεσάνυχτα
μ’ αυτόν τον πάντα νικημένο ήχο
 σι, σι, σι.....κάθε σταγόνα κι ένα εσύ, όλη τη νύχτα ο ίδιος παρεξηγημένος ήχος,
 αξημέρωτος ήχος, αξημέρωτη ανάγκη εσύ,
 βραδύγλωσση βροχή,σαν πρόθεση ναυαγισμένη
 κάτι μακρύ να διηγηθεί και λέει μόνο εσύ, εσύ, εσύ,
 νοσταλγία δισύλλαβη, ένταση μονολεκτική, το ένα εσύ σαν μνήμη, το άλλο σαν μομφή
 και σαν μοιρολατρία,τόση βροχή για μια απουσία, τόση αγρύπνια για μια λέξη,
 πολύ με ζάλισε απόψε η βροχή μ’ αυτή της τη μεροληψία όλο εσύ, εσύ, εσύ,
 σαν όλα τ’ άλλα νά’ ναι αμελητέα  και μόνο εσύ, εσύ, εσύ




Δε μπορώ να εκφράσω άποψη για την ποίηση, αν κάτι δηλαδή είναι ποιητικά άρτιο ή απλώς καλό. Εγώ όμως που αγαπώ & πάντα ακολουθώ τη βροχή έχω να πω πως το δημιούργημα αυτό είναι η πλήρης αποτύπωσή της. Κάθε που βρέχει η αίσθηση που μου προκαλείται είναι αυτή. Κάθε σταγόνα και ένα εσύ......


Κάθε σταγόνα ή μάλλον η εικόνα τόσων πολλών, μαζί, αγκαλιασμένων φέρνει στην καρδιά μια μελαγχολία απο τις λίγες. Ανατριχίλα στο κορμί. Πυροβόλο συναισθημάτων. Ανάκληση γίνεται στη μνήμη και οι στιγμές τα ξεχασμένα, καλά κλειδωμένα στον πάτο της ψυχής συναισθήματα ξεκινούν στα μάτια του μυαλού έναν χορό. Έναν χορό γυναίκας τυφλωμένης απο έρωτα, έναν χορό που ζαλίζει, μαγεύει,γοητεύει και συνάμα πληγώνει. Και μάλιστα πολύ. Εμείς οι άνθρωποι σε ο,τι μας πονά κλείνουμε τα μάτια και στρέφουμε το βλέμμα αλλού για να ξεχαστούμε ίσως... λίγο. Μα τίποτα δε χάνεται και στιγμές όπως εκείνες της βροχής μας θυμίζουν οτι η ξαστεριά καλύπτει μόνο με το χαμόγελο της. Εμένα πάντα η βροχή μου θυμίζει ό,τι παλεύω με κόπο πολύ να ξεχάσω, να διαγράψω απο τη μνήμη. Πάντα με μάγευε. Η μυρωδιά της, η υφή της, η μυρωδιά του χώματος. Κάθε φορά ανοίγω τα πνευμόνια μου να εισπνεύσω όσο πιο πολύ μπορώ λίγο απο την ανάσα της.

Οι πιστοί λένε πως είναι τα δάκρυα του Θεού που βλέπει τον κόσμο του. Εγώ θα πω πως για όλους εμάς τους ''άπιστους'' ρομαντικά μελαγχολικούς είναι τα δάκρυα τα δικά μας, όλα εκείνα που δε προλάβαμε να χύσουμε. Και είναι όμορφη τούτη η μελαγχολία, τόσο ερωτική, μυρωδάτη. Ίσως την αγαπώ γιατί τάσσομαι υπέρ του χειμώνα και του φθινοπώρου. Απο μικρή, το θυμάμαι. Κάθε βροχή φέρνει στη μνήμη τα φύλλα που πέφτουν και αυτό το τόσο έντονα συγκινησιακό κλίμα της νέκρας και της μοναξιάς που εμένα προσωπικά τόσο με γοητεύει. Ίσως γιατί μου θυμίζει εμένα. Ίσως γιατί είμαι και ολίγον καταθλιπτική. Αγαπώ το νερό όσο λίγα πράγματα. Πόσο μάλλον όταν έρχεται απο τον ουρανό. Σα μικρό θαύμα είναι κάθε φορά. Τόσο περίεργο, τόσο αγαπημένο.   Ξέρω γιατί την αγαπώ τόσο πολύ τη βροχή. Κάθε σταγόνα και ένα εσύ, πάντα συντροφιά στην απουσία σε αυτόν τον νικημένο απο χρόνια έρωτα. Παρέα στο τίποτα. Η αόρατη φωνή του εσύ ,εσύ. Γιατί η βροχή μου ίσως σε φέρει, αυτή η τόσο μελαγχολική. Καληνύχτα






Α.

2.11.11

ο φόβος του θανάτου

......Θάνατος θα πώ εγώ. Χαμός, ανελέητη απουσία που κατατρώει τη ζωή σου. Σκέφτηκα πρίν λίγο πως τη μέρα που θα πεθάνω δε θέλω να έχω ανθρώπους δίπλα μου, δικούς μου. Και η εξήγηση είναι τόσο απλή. Ο αποχωρισμός απο το κάθε εσύ εκείνο το πολύ προσωπικό είναι διαρκής θάνατος. Και ξανά και ξανά και ξανά. Όχι δε το θέλω αυτό. Ας είμαι μόνη μου εκείνη την ώρα, πιο εύκολο να φεύγεις απο το πουθενά.

Τεράστιο και ιδαίτερα εύθραυστα προσωπικό θέμα αυτο του θανάτου. Μια απο εκείνες τις πολλές  νύχτες που η σκοτεινιά κυριεύει τα σωθικά μου είδα μια τόσο μεγάλη αλήθεια. Τη στιγμή που γεννιέσαι ξεκινά ένα ταξίδι που είτε το θέλεις είτε όχι καταλήγει στο θάνατο. Είναι το μόνο πράγμα στη ζωή που δε μπορεί κανείς να αποφύγει. Μα αν το σκεφτείς λίγο πιο πολύ κάθετι στη ζωή μας πεθαίνει, φεύγει. Είναι το σημείο εκείνο που όλα ολοκληρώνονται, φτάνουν στο τέρμα τους. Όταν στο νού μου έρχεται η ιδέα του θανάτου νιώθω πόσο μικρή είμαι. Κάνουμε όλοι τόσα όνειρα... μα είναι εκείνες οι φορές που πεθαίνουν και ως όνειρα.

Είναι λίγοι οι άνθρωποι που μιλούν για εκείνο. Όλοι μας το φοβόμαστε. Απλώς ο καθένας με άλλο τρόπο. Κάποιοι αφήνουν το αίσθημα αυτό του φόβου να τους κυριεύει να ορίζει και να κατευθύνει ανεπανόρθωτα τη πορεία της ζωής τους. Εγώ τον φοβάμαι πολύ για ένα και μοναδικό λόγο. Θέλω να προλάβω. Είναι αστείο κάποιες φορές...Να προλάβω τη ζωή και ό,τι μπορεί να μου προσφέρει. Κυνηγάω στιγμές, συναισθήματα. Πόνο, θλίψη, χαρά ,έρωτα, αγάπη, μελαγχολία. Θέλω και το κυνηγώ ως εσχάτων- πράγμα που ίσως και να με καταστρέφει - να δώσω σε εμένα στο όποιο μου εγώ πτυχές. Θέλω να είμαι πολλά. Να έχω πολλά μέσα μου. Όχι για μένα αλλά για όλους εκείνους που δεν έμαθαν να παλεύουν. Για να τους δίνω όσο μπορώ ό,τι έχω. Αν έχω καταφέρει να το κάνω δικό μου. Μα ας μη ξεφεύγω...

Ο αγαπημένος  Γιάλομ αποκωδικοποιεί αυτό το οποίο έχω συνειδητοποιήσει μα δεν μπορώ μα εκφράσω: <<Όπου είμαι εγώ, δεν είναι ο θάνατος. Όπου είναι ο θάνατος, δεν είμαι εγώ. Γιατί να φοβόμαστε τον θάνατο, αφού δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να τον αντιληφθούμε;>> Είναι πράγματι έτσι!

Απορώ και θέλω ΠΟΛΥ να συνεχίσω να απορώ με όλους εκείνους που βάζουν τέλος στη ζωή τους. Γιατί φίλε μου μια φορά μας δίνεται η ευκαιρία,μην την πετάς. Και αν δεν αντέχεις αυτό που ζείς να θυμάσαι μικρό μου ανθρωπάκι πως κανένας δε θα έρθει να σε σώσει και ποτέ και τίποτα δε σώθηκε με προσευχές. Εσύ μόνο μπορείς να αλλάξεις αυτό που ζείς. Προσπάθησε, νικητής θα βγείς.Το φόβο σου αυτόν μετετρεψέ τον απο ανασταλτικό για την πορεία, τις αποφάσεις, τη συμπεριφορά της ζωής σου παράγοντα σε δυναμίτη συλλογής στιγμών, εμπειριών, γνώσεων. Η ζωή είναι όμορφη πολύ για να την αναλώνουμε σε στιγμές θλίψης για το θάνατο που πλησιάζει. Και να θυμάσαι φίλε μου καλέ πως η δύναμη του μυαλού είναι τεράστια. Τη στιγμή που η σκέψη σου γυρνά εκεί επανέφερε στη μνήμη σου κάτι. Έναν έρωτα ισοπεδωτικό, μια φιλία αδερφική, ένα κύμα ορμητικό, ένα φιλί ερωτικό, μια αγκαλιά. Και αν δεν έχεις τίποτα απο αυτά να θυμηθείς δημιούργησέ τα.



Η ύπαρξή μας δεν είναι παρά μια σύντομη αναλαμπή
φωτός ανάμεσα σε δύο αιωνιότητες σκότους..
Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ






Α.

1.11.11

πότε είσαι μόνος σου;

Να πώ την καλημέρα μου στον πιο όμορφο μήνα που τόσο καιρό τον προσμένω. Γλυκέ μου Νοέμβρη...



Μιας και αυτό πονάει, κυριεύει, κατευθύνει και ορίζει ζωές και ιδιαίτερα τη δική σου τριβελίζει και το δικό μου ταπεινό μυαλουδάκι αραιά και που. Μοναξιά. Ποιός φοβάται να είναι μόνος του; Πότε φοβάσαι τη μοναξιά; Και γιατί συμβαίνει εν τέλει αυτό; Μάζες ανθρώπων που φαινομενικά δεν επηρεάζεται η ζωή τους απο τέτοιου είδους αισθήματα είναι και τα μεγαλύτερα θύματα.

Εσύ που φοβάσαι να είσαι μόνος σου είσαι εκείνος ο άνθρωπος που τις ''κενές'' ώρες στα αστικά λεωφορεία αντί να ψάξεις να βρεις το λάθος φίλε μου στη ζωή σου στη ζωή γενικά γυρνάς το βλέμμα στο ρολόι να δείς πότε θα φτάσεις... Είσαι εκείνος που αποφάσισες μια μέρα πως η μοναξιά εκείνη η ισοπεδωτική γιατρεύεται απο παρέες μεγάλες, απο σχέσεις τυχαίες που αν ψάξεις λίγο πιο βαθιά το μόνο που μπορούν να σου προσφέρουν είναι να κρύψουν για λίγο τη τόσο μεγάλη μοναξιά σου. Μα δεν της δίνουν τέλος, αλλοιώνουν την όραση σου και σε πείθουν να κλείσεις ακόμη πιο δυνατά τα μάτια σου σε εκείνη. Μα & εσύ το ξέρεις, είναι εκεί και πάντα θα είναι. Θα είναι εκεί αν δε μάθεις μια μέρα να δίνεσαι. Μόνος σου νιώθεις γιατί δεν έχεις κάποιον μέσα σου. Αν είχες θα σε συνόδευε παντού. Θα ήταν πάντα εκεί να σε περιμένει, ποτέ δε θα έφευγε γιατί είναι σκέψη δική σου φυλακισμένη απο σένα για σένα. Είσαι μόνος σου γιατί δεν πάλεψες ποτέ να κάνεις ανθρώπους απλούς, καθημερινούς θησαυρούς δικούς σου πολύ προσωπικούς. Και δε μιλώ μόνο για τον έρωτα. Αυτό φίλε μου συμβαίνει σε κάθε επίπεδο. Δε προσπάθησες ποτέ σου να νικήσεις τη μοναξιά, γιατί αν είχες ανθρώπους δικούς σου ακόμη και όταν δε θα ήταν φυσικά εκεί θα τους είχες μέσα σου. Θα ήταν αόρατοι στους άλλους μα τόσο κοντά σε σένα. Θα σε ακολουθούσαν στις πιο κρυφές σου σκέψεις γιατί αν το σκεφτείς καλύτερα εσύ ο ίδιος θα τους έβαζες για να μη νιώθεις μόνος σου. Μα δεν το έκανες. Ναι η αλήθεια είναι πως στην προσπάθεια να τους βρείς τους ανθρώπους αυτούς θα κάνεις λάθη, θα προδωθείς, θα πονέσεις, θα κλάψεις μα μέσα απο όλα αυτά θα βγείς πίστεψε με νικητής. Θα γίνεις  καλύτερος για να μπορέσεις μια μέρα να υποδεχτείς και εσύ στη ζωή σου έναν άνθρωπο του οποίου τη ζωή θα ορίσεις.


Για μένα εσύ που φοβάσαι να μείνεις μόνος σου κυριεύεσαι απο μια μεγαλύτερη φοβία. Φοβάσαι να δεθείς, να βρείς ένα άλλο εσύ που θα ορίζει τόσο πολύ τη ζωή σου. Ίσως γιατί δε ξέρεις αν μπορείς....Μα αν ποτέ δε παλέψεις δε θα μάθεις και ποτέ.

Θέλω να πω.. Μήν γεμίζεις τις ώρες σου με κενά ανούσια σ'αγαπώ. Η μοναξιά δε χάνεται έτσι. Θέλω να πω πως μόνος σου είσαι όταν είσαι με κόσμο πολύ που πέρα απο το όνομα σου δε ξέρει τίποτα άλλο. Που η αλήθεια σου είναι αυτό που δείχνεις... Γιατί φίλε μου καλέ δεν είσαι μόνος όταν κάποιος κοιτάξει λίγο πιο μέσα απο τη μάσκα που όλοι συχνά για προστασία φοράμε.  Εκείνος είναι αυτός που μπορεί να βάλει τέλος στη μοναξιά σου. Όχι γιατί έχει το χάρισμα απλώς γιατί θέλει.. επιδιώκει και επιβάλλει ( ίσως γιατί ξέρει πως και εσύ ενδόμυχα τον έχεις ανάγκη) την παρουσία του. Μάθε λοιπόν πως η βουή δεν διώχνει τίποτα, καλύπτει μονάχα. Χαμήλωσε για λίγα τα φώτα, σβήσε για λίγο τον εγωισμό σου, άνοιξε τα μάτια σου και δές πως μόνος σου θα  είσαι όταν τις ώρες εκείνες τις δύσκολες για σένα δεν ζεί ένας έστω άνθρωπος να πονά που εσύ χάνεις ένα απο τα δάκρυα σου. Και χάνει και αυτός για να κάνει παρέα στη τόση σου τη μοναξιά.

Μάθε κάτι ακόμα λοιπόν.. Μείνε για όσο χρειαστεί σε ένα δωμάτιο με ένα κρεβάτι και ένα γραφείο μέχρι να μπορείς να υποδεχτείς έναν άνθρωπο δικό σου.. Ίσως να περάσει καιρός.. Ίσως απλώς ξύπνα επιτέλους η μοναξιά είναι επιλογή για όποιον δεν έμαθε να αγαπά






Αν σε αγγίξει .....
 Άσ'την να σε αγγίξει
θα της μοιάζεις

Α.